- εδανά
- επίρρ. вот здесь, в этом самом месте
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
ἐδανά — ἐδανός eatable neut nom/voc/acc pl ἐδανά̱ , ἐδανός eatable fem nom/voc/acc dual ἐδανά̱ , ἐδανός eatable fem nom/voc sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εδανά — (Μ ἐδανά) επίρρ. 1. τοπ. σε αυτήν ακριβώς τη θέση 2. εκεί 3. χρον. τώρα δα, αυτή τη στιγμή … Dictionary of Greek